Δευτέρα 4 Ιανουαρίου 2016

Ο Μενέλαος Καραμαγγιώλης για την «Αποσιωποιητική ηλικία» του Τέλλου Φίλη




Ο Μενέλαος Καραμαγγιώλης για την «Αποσιωποιητική ηλικία» του Τέλλου Φίλη

Βρισκόμουνα στην Πολωνία στο Παγκόσμια Πρωτάθλημα Αστέγων για ένα ντοκιμαντέρ κινηματογραφώντας την Εθνική Αστέγων Ελλάδας.  Στο τέλος του αγώνα ο Θανάσης είπε πως ήθελε να γιορτάσει μαζί με αυτή την ήττα, που ο ίδιος τη θεωρούσε νίκη, να γιορτάσει τα δυο χρόνια καθαρότητας. Hταν λέει η επέτειος του, και με την καθαρότητα, εννοούσε την αποχή από παραισθησιογόνες ουσίες. Την  λέξη καθαρότητα σκέφτομαι όταν σκέφτομαι τον Τέλλο Φίλη
Πριν τον γνωρίσω είχα μια αόριστη εντύπωση πως ήταν ένας μυστηριώδης ευπατρίδης που βρισκόταν πίσω από κάθε ταινία που είχε δυσκολίες και προβλήματα είτε γινόταν εδώ είτε ερχόταν απ’ έξω. Όταν τον συνάντησα στη Θεσσαλονίκη κατάλαβα πως ήταν ένας άστεγος σταυροφόρος των ταινιών  που αγαπάω ο οποίος στεγάζεται στο χώρο των ονείρων. Ένας χώρος κρυπτικός διάτρητος όμως στο δρόμο γεμάτος ταινίες και soundtrack .Ο Τέλλος περιτοιχισμένος από μια ομάδα ζηλωτών  που έρχονται από όλα τα μέρη της Θεσσαλονίκης κυρίως για να συζητήσουν  για την ταινία που είδαν, για το σινεμά, για να αναζητήσουν ταινίες που δεν ήξεραν. Ο κόσμος μπαινόβγαινε όλα αυτά απέναντι από το ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΝ ήταν ωραία  δεν ήταν δηλαδή ένα ντιβιντάδικο κι ας λέει  ότι ασχολείται λίγο με το σινεμά  Ένιωσα πως σ’ αυτό το διάτρητο από τοίχους καταφύγιο του Φίλη  θα ‘θελα να κατοικήσω Η καθαρότητα είναι το πρώτο πράγμα που ένιωσα διαβάζοντας αυτά τα ποιήματα, που με ντροπή και δεν ξέρω  γιατί με ντροπή μου έστειλε ο Τέλλος
ΤΙ θα πει αποσιωποιητικές δεκαετίες, πως πέρασαν,  τι αποφεύγεις…  Φοβάμαι  πως αυτό που λέμε η ποίηση του, είναι κατ αρχήν ο ίδιος, η ζωή του, οι επιλογές,  οι αναστολές, οι ματαιώσεις και κυρίως οι επαναδιεκδικήσεις.  Ζητώ συγνώμη για το αδόκιμο του όρου αλλά πιστεύω πως μέσα του κρύβεται αυτό που είναι το ποιητικό επίτευγμα του Τέλλου Φίλη . Πασχίζει να καταργήσει πλάνες και παραισθησιογόνα όπως έκανε κι ο Θανάσης της Εθνικής Άστεγων. Και διεκδικεί εξ αρχής με ένα μαχητικό, απροσδόκητα μαχητικό, τρόπο. ΟΙ εικόνες που βλέπουμε γυρνώντας αργά στο σπίτι μόνοι ή όταν είμαστε περιστοιχισμένοι από παράταιρους άρα πάλι μόνοι, τότε που ψάχνουμε να γλιτώσουμε, αυτές οι εικόνες οι υποστηρικτικές, είναι οι στίχοι του  Μια αποκλειστική στο μπαλκόνι καπνίζει . άρα μήπως η μαμά μας είναι ακόμη ζωντανή και είναι στο νοσοκομείο.ΟΙ φίλοι που εξαφανίσαμε γιατί φοβήθηκαν την αγκαλιά και κρύφτηκαν στην κριτική του γευσιγνώστη Πως μια πέτρα αποφασίζει να μη φθαρεί.  Ποια καθαρτήρια σε προσμένουν στο ξύπνημα . Πως επιμένει η νύχτα. Πως πετυχαίνεις με παιγνιώδη διάθεση ανατροπής τη σωτηρία . Πως χωρίζουν οι ανθρώπου, συνήθως σε άδειες αίθουσες. Πως  λες παλαιοημερολογίτικα το «καλή χρονιά». Πως δεν είναι έγκλημα να απαρνηθείς τρις ό,τι αγαπάς . Πως ανάμεσα στις ζωγραφιές συναντάς την πραγματικότητα. Ο Τέλλος Φίλης τη συναντάει με βήμα αθόρυβο και με στόμα κλειστό. Τον φαντάζομαι με σφιχτά  τα χείλη και με  off λόγο να απαγγέλλει τους στίχους του. Δεν μπορώ να τον φανταστώ να τους αρθρώνει με τα χείλια ορθάνοιχτα και με ορθοφωνική προφορά, γιατί μοιάζει τώρα να έμαθε, να τόλμησε  και να κατέγραψε.Ξέρει πως η ζωή θα συνεχιστεί. Το λέει στο «φαντάζομαι εκεί πάνω να έχει γεννήτριες για τις ηλεκτρικές ροκιές»
Είμαι καχύποπτος με τους Ποιητές. Κακοπαθημένη λέξη και εκ προοιμίου καχύποπτος με ο,τι  χαρακτηρίζεται ποιητικό. Η «Αποσιωποιητική Ηλικία» μου την έπεσε δεξιοτεχνικά με συμπεριέλαβε και με ενσωμάτωσε σε μια συναρπαστική διήγηση γεμάτη εικόνες, γεγονότα, μαγικά φετίχ, αφορισμούς, συναισθηματικές επιθέσεις , απ αυτές που αντέχεις, επιδιώκεις, κυνηγάς και επιτρέπεις. Η θα δεχθώ λοιπόν ότι το «ποιητικό» επαναπροσδιορίζεται εδώ, η θα πω πως δεν με νοιάζει η ορολογία, ξέρω πως έζησα ως αναγνώστης κι ως θεατής μια διήγηση ανακουφιστική, παρηγορητική κι αναγκαία.
Άρχισα να ψάχνω τον γρίφο των τίτλων των ποιημάτων του βιβλίου. Κι ανακάλυψα ένα κρυμμένο ποίημα που δεν υπάρχει και που προκύπτει αν βάλεις τους τίτλους στη σειρά και τους διαβάσεις μόνους τους. Ένα ποίημα δηλαδή που θα μπορούσε να είναι μετά το τελευταίο. Κι αυτός που γράφει θα περιμένει στη σκιά σελίδα 86, όχι από δήθεν σεμνότητα αλλά ως υπόσχεση και απειλή. Ευτυχώς. Και κυρίως ως τρόπος επιβίωσης στα χρόνια της περιρρέουσας απειλής. Ήθελα να ρωτήσω τον Τέλλο γιατί τα εξέδωσε τώρα αυτά τα ποιήματα. Τα νιώθω σαν οδηγίες χρήσεως για πράγματα  που δεν συνοδεύονται ποτέ από προσπέκτους και εγγυήσεις εταιριών για πιθανές ζημιές. Εννοώ όλα αυτά τα άστεγα που είναι οι επιλογές του ποιητή στο συγκεκριμένο βιβλίο και για κάποιους η ουσία του βίου κάθε μέρα κι ίσως κι αργότερα στα κοιμητήρια που επανέρχονται στους στίχους αυτού του βιβλίου, όχι ως φόβος, αλλά σαν φιλόξενοι σταθμοί τρένου. «Μ’ ένα ξύσιμο» θα συνεχίσει τη ζωή ο ποιητής, αναγγέλλοντας τον θάνατο του παλιού του κόσμου «από αρρώστια σπάνια». «Κάτι ξεχωριστό που κανένα εμβόλιο δεν σε σώζει, καμιά αγωγή δεν είναι ικανή να σε θεραπεύσει». Είναι το ποίημα «Ξύσιμο» και συνεχίζει:

«Αναζητούσα τον θάνατο του παλιού μου κόσμου
για να συνεχίσω τη ζωή.
Και τότε από το πουθενά,
χωρίς καν να υποδυθώ τα γνωστά τερτίπια του παγωνιού
που αντιγράφω όταν να εντυπωσιάσω επιθυμώ,
ήρθες κι απλά βολεύτηκες με άνεση στην αγκαλιά μου.»

Σας προκαλώ να διαβάσετε τη συνέχεια του ποιήματος  γιατί σε αιφνιδιάζει κι άλλο. ΚΙ ύστερα το ποίημα «Σάββατο» κι ύστερα η «Αθανασία» και μεταξύ τους το «τέλος» με ένα λάμδα .
Ο Τέλλος, με δύο λάμδα, στήνει μια ταινία που την διαβάζεις τη βλέπεις και την ακούς ως soundtrack.  Έχει σασπένς, ανατροπές, ματαιώσεις, επανασυνδέσεις, ομολογίες και άστεγους. Πολλούς άστεγους ήρωες. Φοβάμαι πως είναι κατ’ επιλογήν πια. Έχουν λόγο λοιπόν που βγαίνουν αυτή τη στιγμή τα ποιήματα αυτά. Εγώ το νιώθω και γι΄ αυτό ήρθα εδώ απόψε και θα θελα να ρωτήσω τον Τέλλο να μας πει ο ίδιος, γιατί το έβγαλε, ποια είναι η «Αποσιωποιητική Ηλικία»  και πως του φαίνεται η Αθήνα 4 χρόνια μετά.

Μενέλαος Καραμαγγιώλης
Αθήνα 26 Ιουνίου 2014  «Βιβλιοθήκη Βολανάκη» στα Εξάρχεια.